Επιστροφή στο Νοσοκομείο
Κείμενα ημερολογίου του 1986

Από τα Ημερολόγια του 1986

ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ Α’ Χειρουργική Κλινική

Το 1967 παραιτήθηκα από το Νοσοκομείο. Με ξαναφωνάζουνε. Δέχομαι, αλλά υπογράφω συμβόλαιο για εκτέλεση έργου και πηγαίνω όποτε με χρειάζονται. Αγοράζω δικά μου μηχανήματα. Πληρώνομαι από το νοσοκομείο παραδίδοντας την εργασία μου και παίρνω περισσότερα. Κάνω δήλωση στην εφορία, δίνω αποδείξεις. Το υπαλληλίκι τέλος. Κρατάω πάντα ημερολόγιο και τις ατελείωτες ώρες χειρουργείου – ενημερώσεις – σχέδια  και ζωγραφίζω στα μεγάλα τελάρα σπίτι. Ποτέ δεν χρησιμοποιώ φωτογραφία. Και τα καλοκαίρια  – «φτου ξελευθερία».

Χειρουργείο 18-02-86
Σήμερα από τις 7, σύνδρομο αορτικών τόξων. Ο καθηγητής Μπάλας άρχισε πάρε δώσε με το εξωτερικό και χρειάζεται καινούργιο υλικό.

Το χειρουργείο όπως πάντα. Τρέχουμε όλοι βιαστικοί λες ο καθένας  έχει να βγει στη σκηνή  Σταματάω για λίγο στα φορεία που πάνε και έρχονται.

Οι άρρωστοι βγαίνουν από τη νάρκωση ή μπαίνουν για νάρκωση. Είναι πάντα σιωπηλοί ή σιγανοβογγάνε, μερικοί κοιτάνε ανήσυχοι όποιον περνάει.

Οι γιατροί, οι νοσοκόμες μιλάνε σιγά ή και δυνατά, γελάνε, τσακώνονται, έχουν το δικό τους χαβά.

Συχνά επιχειρώ να σχεδιάσω μα τίποτα δεν μπορεί να παραστήσει τι συμβαίνει. Το κάθε τι κρατάει λίγο, παρόλο που η εγχείρηση μπορεί να αρχίσει στις 7 και να τελειώσει στις 3.

Οι κινήσεις θέλω να πω, η μια καταπίνει την άλλη.

Χθες σπίτι ζωγράφισα μέχρι αργά.

Στο σπίτι πάλι πάω ν’ αρχίσω κάτι βάζοντας και το μυαλό μου να δουλέψει και σε μια στιγμή βαριέμαι και αρχίζω την επίθεση. Τα αποτελέσματα συνήθως είναι κακά –καταλήγω στα ίδια. Ένα ξεφόρτωμα παρά μια ευχαρίστηση.

Η μαμά παραγέρασε και σα να τα μισοχάνει. Μένει μαζί μου τώρα. Γυρνώντας από το χειρουργείο μου είχε αφήσει μια επιστολή. «Τζενούλα μου δε θα ξανακαπνίσω ποτέ». Το βράδυ όμως ως την 1 γυρνούσε για τσιγάρο. Είχε καπνίσει τα δικά της, τα δικά μου και ό,τι είχε βρει κρυμμένο στις κάλτσες, στα παπούτσια ή όπου αλλού τα κρύβει. Δεν ξέρω τι να κάνω με αυτή την υπόθεση. Θυμώνω και βρίζω.

Χειρουργείο 19-02-86
Μόλις τελείωσα τα φίλμς. Άνοιγμα του θώρακα. Το πριόνι δεν δούλευε καλά. Το πιστόλι, είπαν. Δεξιά φαίνεται η αριστερή ρόγα, κάτω από το πράσινο, ανοιχτή ρόζ. Ο άρρωστος είναι 52 χρονών.

Ώρα 3.15. Μόλις τελείωσαν οι αναστομώσεις και αναχώρησε ο καθηγητής. Το κεντρικό μόσχευμα δεν δίνει σφίξεις. Ο νοσοκόμος κοιμάται.

Του λένε να τρέξει να ειδοποιήσει την γραμματέα του καθηγητή. Αυτός φοβάται να τον ανησυχήσει. «Θα είναι στο μπάνιο» λέει. Οι βοηθοί ξανανοίγουν, έρχεται ο καθηγητής. Χρησιμοποιούν fogorty. Εντάξει για την ώρα. Σε λίγο κλείνουν. Μένω να τραβήξω το φινάλε. Οι βοηθοί περνάνε χοντρό σύρμα και ενώνουν το στέρνο.

Μετά, άλλη κινηματογράφηση. Αίματα παντού. Ο χειρούργος Μπαστούνης είναι μούσκεμα ως τον λαιμό. Πρόλαβα και τράβηξα και slides. Κεντρικό μόσχευμα δεξιά και αριστερά. Σε μισή ώρα θα είμαι άραγε σπίτι; Φαγητό και μετά μπροστά σε αυτό το απαίσιο έργο. Να πάρει ο διάολος –σωστή τρέλα.

«Γιατί;» Φωνάζει η αναισθησιολόγος «Αίμα και άλλο αίμα». Βιάζονται να τελειώσουν. Τώρα που κλείνουν μιλάνε όλοι μαζί. Γύρω γύρω χαρτιά, πανιά, ψαλίδια, λερωμένα γάντια. Πεδίο μάχης.

Χειρουργείο 25-02-86
Τελικά η εγχείρηση της 18-02 πήγε καλά. Από τότε ξανάρθε για μια κινηματογράφηση ανευρύσματος και σήμερα ήταν να γίνει μεταμόσχευση νεφρού, αλλά αναβλήθηκε. Θέλουν μόνο 5 slides σε ένα ανεύρυσμα.

26-02-86 Ώρα 7.30
Ανεύρυσμα νεφρικής αρτηρίας. 7 κουτιά 30 μέτρων κινηματογραφικό φίλμ. Τα ταχυδρόμησα στη Γαλλία. Δύο εκδρομές στην KODAK Αμαρουσίου. 4 ώρες την φορά πηγαινέλα με 4 λεωφορεία.

Το απόγευμα στην γκαλερί «Συλλογή» η έκθεση «Γυναίκες ζωγράφοι».

Συμμετέχω με 2 έργα. Ταυρομαχίες (ένα). Της είπα «Δεν θέλω να το πουλήσω» και θύμωσε «ανήκει σε μία σειρά» της είπα. Το άλλο το έβαλα πολύ φθηνά, για να μην παραπονιέται. Κι αυτό αγοράσθηκε. Αλλά η αλήθεια είναι πως δεν θέλω να πουλάω τα έργα μου, και πάντα στεναχωριέμαι όταν δεν το έχω εγώ. Και το θυμάμαι ακόμη αυτό το έργο. Το είχα κάνει στην Ύδρα. Ήταν ένα μικρό και το είχα ζωγραφίσει με αφορμή την καθαρίστρια της σχολής που με στρίμωξε σ’ ένα καθιστικό και κλαίγοντας μου ιστόρησε τον θάνατο του αντρός της. Και είχαν περάσει τόσα χρόνια. Εκείνο τον καιρό στην Ύδρα είχα αρχίσει την σειρά «Κουτάκια κουτάκια», που παρουσίασα άλλη φορά. Άνθρωποι που μιλάνε σαν μπροστά σε φακό.

27-02-86
Στις 7 είμαι στο χειρουργείο. Πάρε τα μηχανήματα Τζενοβία και τρέχα. Βρήκα γρήγορα ταξί.

Μια αλκοολική 35 χρονών αυτοπυρπολήθηκε.

Παίρνουν δέρμα από το ένα πόδι και το πάνε στο λαιμό. Στο λαιμό δουλεύουν δύο χειρουργοί με το μικροσκόπιο. Στο πόδι ο πλαστικός χειρούργος Ιωάνοβιτς.

Αυτή η κοπέλα είναι το θύμα Νο1 και το Νο2 είμαι εγώ που μου τηλεφώνησαν ξαφνικά χωρίς καμία προειδοποίηση ώστε να μπορέσω μετά να υποβάλω αίτηση στα γραφεία για να πληρωθώ. Οι βοηθοί δούλευαν όλο το πρωί και είναι πολύ κουρασμένοι. «Πεθαίνει» τους λέω μία στιγμή. Είμαι ψηλά στην σκάλα και παρακολουθώ. Της γδάρανε το πόδι και μπαλώσανε το μπούτι.

Στις 6 το απόγευμα η άρρωστη έχει πάρει 11 ώρες νάρκωση. Το πόδι έτοιμο. Τραβάω φωτογραφίες. Περιμένω την αναστόμωση αλλά η φλέβα είναι κοντή. Στις 7 επιτέλους τελειώνει η επέμβαση, Δωδεκάωρο.

Η γυναίκα είναι ξαπλωμένη. Γυμνή. Το σώμα της είναι ωραίο. Τα μπούτια, το στήθος. Έχει στρογγυλό μέτωπο μεγάλο, στέκομαι για λίγο. Οι άλλοι όλοι τρέχουν βιαστικοί να την ετοιμάσουν για τη μονάδα. Το πρόσωπό της είναι κοριτσίστικο, ήρεμο.

Ευτυχώς το μόσχευμα πήγε καλά. Οι αναστομώσεις δουλεύουν. Τώρα θα δούμε από πια ταράτσα θα γκρεμιστεί ή τι ηρεμιστικά θα πάρει για να παρηγορηθεί. Παντού είναι πετσοκομμένη, στο πόδι χαμηλά, στο μπούτι, στο λαιμό. Με πηγαίνει ο γιατρός Σταματόπουλος σπίτι. Έχουν απεργία τα λεωφορεία και τα ταξί.

Αφήνω τα μηχανήματα να τα πάρω αύριο.

28-02-86
Ανεύρυσμα κοιλιακής αορτής.

7-04-86
Δύο μέρες σπίτι μου γίνεται το μοντάζ του ανευρύσματος για προβολή σε συνέδριο στη Βουλγαρία.

4-04-86
Το βράδυ εγκαίνια  στην γκαλερί «Συλλογή».

Είμαι εντελώς αδιάφορη για το αλαλούμ της έκθεσης «Γυναίκες Δημιουργοί». Ούτε που ξαναπατάω. Δεν φταίνε, βέβαια, οι γκαλερίστες που θέλουν να εισπράξουν, τη δουλειά τους κάνουν.

16-04-86
Πόλεμος στην Λιβύη.

Από το πρωί στο χειρουργείο. Η εγχείρηση αναβλήθηκε. Ένας γιατρός γκάριζε στο τηλέφωνο για τον Λίβυο βοηθό που κάνει ειδικότητα στην Α΄ χειρουργική. «Τον σκυλάραπα» το ‘πε δύο τρείς φορές. Του είπα να σταματήσει. Κάποιος άλλος ανακατεύτηκε, «Αράπης είναι». Τους είπα να προσέχουν, «έχουν ομάδες αυτοκτονίας (συνηθίζεται να …) και μη βρείτε τον εαυτό σας τέζα καμιά μέρα».

Μετά σε ένα μαγαζί όπου κάτι αγόραζα. «Καλά τους έκαναν τους τρομοκράτες». Τσακώθηκα και με αυτόν.

Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τραβάμε μούτζες όταν βγαίνει ο Ρήγκαν στην τηλεόραση.

Άγιος Σάββας 15-05-86
Κινηματογράφησα εφαρμογή φίλτρου από την καρωτίδα στην κάτω κοίλη.

19-05-86
Μαζευτήκαμε στο Ακτινολογικό. Είπανε πως θα φορέσουμε μολυβένια ποδιά. Οι χειρουργοί ετοιμάστηκαν. Έφεραν την άρρωστη. Το φίλτρο είναι για να σταματά τις πνευμονικές εμβολές. Ο ακτινολόγος διευθυντής κρατούσε ένα παλιό μαύρο πορτατίφ και την φώτιζε με μια λάμπα 60 κηρίων.

Η άρρωστη χειρουργήθηκε με τοπική νάρκωση, φώναζε, κλαψούριζε κάτω από το πράσινο πανί που την είχανε σκεπάσει. Ο γιατρός αποκάλυψε την καρωτίδα και πέρασε το fogarty. Από την TV βλέπαμε την ακτινοσκόπηση.

Αναρωτιέμαι: «μήπως χαλάσει το φίλμ από την ακτινοβολία;» Όσο για μας, λίγο ακόμα από αυτή που παίρναμε από το Τσέρνομπιλ, δεν πειράζει.

Το φίλτρο τοποθετήθηκε στην άκρη του σπονδύλου. Φαινόταν στην οθόνη σαν ένα μικρό τετράγωνο μαύρο κομματάκι.

Τελειώσαμε στις 3.

Τετάρτη 8-06-86
Χειρουργείο Ιπποκράτειου Νοσοκομείου. Καθηγητής Γολεμάτης.

Η άρρωστη, μια μικρή κοπέλα με ωραίο ματόφρυδο, περιμένει υπομονετικά. Στις 8.15 η αναισθησιολόγος αρχίζει την προετοιμασία της νάρκωσης. Ρωτάει το όνομά της. «Ευδοκία». «Έλα τώρα Ευδοκία, θα κοιμηθείς και δεν θα καταλάβεις τίποτα». Της τοποθετεί μικρά στρογγυλά σήματα στον αριστερό ώμο, κάτω από το στήθος και μετά ανοίγει χρωματιστά συρματάκια που τα προσαρμόζει επάνω. Μετράνε την καρδιά. Τοποθετεί τη μάσκα.

Το μηχάνημα μετράει τους παλμούς της καρδιάς. Η άλλη αναισθησιολόγος έχει έτοιμη τη σύριγγα με τη νάρκωση. Τη βάζει στο σωληνάκι του ορού. Κοιμήθηκε. Της δίνουν οξυγόνο. Ετοιμάζουν τη διασωλήνωση. Το λαμπάκι στο μηχάνημα ανάβει. Η μεγάλη μεταλλική γλώσσα. Μπαίνει ο σωλήνας και γέρνει το στόμα αριστερά. Προσαρμόζεται το οξυγόνο.

Οι δύο αδελφές που θα βοηθήσουν τους χειρούργους ξεδιπλώνουν αποστειρωμένα νάιλον σακούλια και ετοιμάζουν το τραπέζι, τα σεντόνια τα τετράγωνα, τις λεκάνες.

Κάποιος θα έρθει να την τοποθετήσει σε γυναικολογική θέση. Φέρνει τις δύο μικρές σέλες. Τις τοποθετεί. Γελάνε και κάτι συζητούν. Η μικρή κοπέλα έχει γυμνωθεί τώρα. Το ωραίο μικρό στήθος μισοσκεπασμένο με ένα άσπρο σεντόνι. Την κρατάνε τέσσερις και την τραβάνε χαμηλά. Την γυμνώνουν. Είναι ένα πολύ ωραίο μικρό κορίτσι.

Μπαίνει ο χειρούργος. Ετοιμάζεται να αποστειρώσει. Η κοιλιά γυαλίζει από το οινόπνευμα. Ανάβουν τη λάμπα. Λάμπει η ασπρίλα μέσα στις σαπουνάδες του αραιού ιωδίου.

Ο γιατρός καθαρίζει προσεχτικά την περιοχή στο σημείο που θα γίνει η τομή. Σκουπίζουν, ξανακαθαρίζουν με ιώδιο κόκκινο πηχτό. Τα πόδια της στέκουν ψηλά στη σκιά. Πήραν ένα καφέ ροζ χρώμα. Θα προχωρήσει αυτό μέχρι τον πισινό. Καθαρίζουν προσεχτικά. Ο κίτρινος λευκοπλάστης στο στόμα, στο μάγουλο μόλις ξεχωρίζει από τις πτυχές. Περνάνε ένα κυκλικό σίδερο.

Σε λίγο θα ρίξουν τα πράσινα πανιά. Τίποτα πια. Μόνο ένα μακρόστενο κομμάτι φαίνεται από το σώμα. Και ετοιμάζονται να αρχίσουνε.

Ελκώδης κολίτις. Ζωή Ευδοκία. Ετών 21.

Ο καθηγητής Β. Γολεμάτης δουλεύει με μια σοφή βιασύνη. Μου δείχνει τα γυαλιστερά έντερα. Η μήτρα, οι ωοθήκες κινηματογραφούνται. Μέσα από τον φακό όλα αλλάζουν. Τώρα πια η κοπέλα δεν υπάρχει πια. Μόνο χρωματιστά επίπεδα, τόσο φωτεινά όσο χρειάζεται για να φανεί καθαρά η εργασία.

Γυρίζω σπίτι κουρασμένη. Ο μπαμπάς με κατατόπισε για τις κινήσεις της μαμάς. Τους έχω πια πάρει μαζί μου σπίτι, έτσι που έχουνε γεράσει και οι δύο. «Ένα ολόκληρο πακέτο, το φούμαρε όλο. Πριν έρθεις μου ζητούσε και το άλλο».

Καθόμαστε στο τραπέζι και τρώμε. Η μαμά λέει: «Ορκίζομαι πως δεν θα ξανακαπνίσω ποτέ μου. Θα δείς. Καλό είναι έτσι για λίγο να τη βλέπεις να ζωντανεύει. Μπήκε στα 80 και το Δροσάκι στα 90, αλλά από μυαλό μια χαρά.

Σκέφτομαι. «Αυτοί οι δύο γέροι άνθρωποι που έτυχε να με κατασκευάσουνε θέλοντας μη θέλοντας, τώρα αυτή τη στιγμή έχουμε συναντηθεί και καθόμαστε γύρω από το τραπέζι. Το δένδρο και τα κλαδιά.

Γιατί να μιλάμε; Καλύτερα να μένουμε σιωπηλοί. Για πόσο θα βλεπόμαστε;